Έχει κι η απιστία, μια άλλη πλευρά για να την δεις!
Γράφει η Κωνσταντίνα Σταμπουλή
Συνηθίσαμε να κοιτάζουμε την απιστία μέσα από το πρίσμα του θύματος. Ο άπιστος φταίει πάντα. Απόλυτοι στην άποψη ότι όποιος απιστεί, αυτόματα δεν νιώθει τίποτα για το ταίρι του, είναι φθηνός και κατώτερος των περιστάσεων.
Είμαστε όντα ελεύθερα και πάντα έχουμε την επιλογή ν’ αποχωρήσουμε από μια σχέση, που δεν μας καλύπτει και μας οδηγεί σε κάποιο ολέθριο παραστράτημα…
Βγαίνοντας για λίγο έξω από τα νερά μας, λύνοντας το σακί με τους απανταχού άπιστους, συνειδητοποιούμε ότι τα αίτια της απιστίας ποικίλλουν και υπάρχουν φορές που τελικά, ο θύτης να δικαιούται ένα συγχωροχάρτι, που τόλμησε να προδώσει το ταίρι του.
Δυστυχώς, το ιδανικό μοιάζει τις περισσότερες φορές ουτοπικό. Για να προσεγγίσουμε το ιδανικό, χρειάζεται γνώση σε βάθος του εαυτού μας, του ανθρώπου μας, της κοινωνίας μας, της ανθρωπότητας. Επόμενο σκαλί μετά τη γνώση είναι η αποδοχή. Δύο έννοιες οι οποίες έχουν άπειρες παραμέτρους, περιοχές δύσβατες, διαδικασίες χρονοβόρες κι επώδυνες, που χρειάζονται μελέτη, ταυτοποίηση και τακτοποίηση.
Χρειάζονται πνευματική διαύγεια, κεραίες ορθάνοιχτες και απόλυτη ισορροπία μεταξύ συναισθημάτων, λογικής και πράξεων. Και όλα αυτά, σε συνάρτηση με τα πραγματικά ερεθίσματα και βιώματα του καθενός.
Το επίπεδο της δυσκολίας είναι τόσο μεγάλο, που φαινόμαστε αστείοι, όταν προσπαθούμε να κρίνουμε κάτι που ίσως και να μοιάζει με προφανές.
Είναι πολύ εύκολο να μιλήσουμε για τον αδικημένο, πολύ δύσκολο να διακρίνουμε τελικά, ποιος αδικεί ποιον. Κρατώντας απόσταση από την ευκολία των καιρών, μακριά από τα επιφανειακά και τα εφήμερα, παρατηρώντας μεστωμένα μυαλά, που έχουν απομακρυνθεί από την όμορφη ελαφρότητα της νιότης, μια απιστία, μπορεί να αποτελεί το ίδιο άβολη για τον θύτη όσο και για το θύμα.
Δύο άνθρωποι μπορεί να ερωτεύτηκαν, να αγαπήθηκαν, να δόθηκαν σωματικά, ψυχικά, κοινωνικά. Κάπου μέσα στο χρόνο, το καστρί τους μπορεί ν’ απέκτησε μια ρωγμή, που δεν έγινε αντιληπτή. Και η ρωγμή άρχισε μέρα με τη μέρα να μεγαλώνει.
Κοιτάζουν πίσω και βλέπουν αγάπη, έρωτα, πάθος. Κοιτάζουν μπροστά και βλέπουν μοναξιά. Η κατ’ επιλογήν μοναξιά είναι δυναμική και πολύχρωμη, η μοναξιά που δεν τη διαλέξαμε όμως, είναι σκληρή και μαυροφορεμένη. Δύο άνθρωποι δεν κάνουν έρωτα πια. Στην καλύτερη περίπτωση, μπορούν να συνυπάρχουν αρμονικά, όπως δυο καλοί φίλοι ή όπως δύο μέλη μιας οικογένειας.
Και ο έρωτας; Πόση εγκράτεια και εσωτερική τάξη χρειάζεται για να παραμείνεις εκεί, αναγνωρίζοντας ότι θα ζεις με αγαπημένους ανθρώπους σε μια μοναστηριακή κατάσταση, για να μην προδώσεις τον άνθρωπό σου, τα όνειρά σου;
Χωρίς να ρισκάρεις να ταράξεις τις ισορροπίες που με κόπο κατάφερες να έχεις; Ποιος αναμάρτητος εκεί έξω, θα κατανοήσει ότι γκρέμισες όσα έχτισες, επειδή χάθηκε ο έρωτας;
Δύο άνθρωποι που αλλάζουν… Πέφτουν στο κρεβάτι μόνο για να κοιμηθούν.
Ξυπνούν και ξεχνούν μέσα στη ρουτίνα τους ότι έχουν ανάγκη από στοργή, από ένα χάδι, ένα φιλί. Από έρωτα. Μαθαίνουν να ζουν χωρίς αυτόν και βαλτώνουν, μελαγχολούν.
Αρχίζουν να συνειδητοποιούν ότι ο χρόνος πέρασε από πάνω τους και τους άλλαξε. Δεν είναι πια ποθητοί. Βγαίνουν από την ασφαλή ζώνη και συναντούν μυριάδες ανασφάλειες.
Φλερτάρουν μαζί τους, παίζουν το παιχνίδι τους. Δεν υπάρχει πια αυτοεκτίμηση, μόνο ορμόνες που δεν καταλαγιάζουν και μια συνειδητοποίηση, ότι ο πιο δικός τους άνθρωπος, είναι πια ξένος. Και μετά σιωπή.
Μεγάλη σιωπή, για να μην κινδυνέψει κάποιος να του κολλήσουν τη ρετσινιά του επιφανειακού.
Επιφανειακός ο έρωτας; Η επαφή; Άξια απαξίωσης τόσα βιβλία, τόσα ποιήματα, τόσες ιστορίες ειπωμένες κι άλλες τόσες ανείπωτες;
Δυο αγαπημένοι ξένοι. Δύο άνθρωποι που έχασαν το «εγώ» τους. Μέχρι τη στιγμή, που κάποιος πρόσεξε έναν από τους δύο. Ξαφνικά, ξυπνάει και νιώθει ξανά. Κάτι εκρήγνυται μέσα του, τον παρασέρνει και θέλει να παρασυρθεί, γιατί τον ποθούν και του δίνουν το κομμάτι που του έλειπε.
Κι από εκεί που είχε μείνει μικρός κι ασήμαντος, αρχίζει να πλάθεται από την αρχή και να μεγαλώνει. Και φοβάται.
Φοβάται να φύγει, γιατί φοβάται να αφεθεί. Φοβάται να εμπιστευτεί.
Φοβάται μη φύγει και ξαναβρεθεί ξένος δίπλα σε κάποιον άλλο ξένο. Κι έχει πολλή δουλειά με τον εαυτό του, λες και δεν τον κοίταξε ποτέ στον καθρέφτη, μέχρι στιγμής. Λες και τόσα χρόνια, έβλεπε άλλο είδωλο και όχι το δικό του.
Ίσως και να αναστήθηκε προτού ξαναπεθάνει, χωρίς να εξιχνίασε τελικά, αν έφταιγε ή όχι…
Loveletters.gr