ΤΟ ΞΕΝΟ ΠΑΙΔΙ
Το παιδί δεν είχε μάτια.
Στους τοίχους απ’ το παιδικό του δωμάτιο κρέμονταν,
κάπου σε μια μακρινή χώρα.
Το παιδί δεν είχε χέρια.
Για πάντα γαντζωμένα έμειναν στο ξεφτισμένο αρκουδάκι μέσα
στην άδεια του κούνια,
κάπου σε μια ρημαγμένη χώρα.
Το παιδί δεν είχε χείλια.
Ένα γίναν με το κατάπικρο βυζί της νεκρής μάνας του,
κάπου σε μια τρύπια βάρκα, σ’ ένα αφιλόξενο πέλαγο.
. ~ * ~ .
Το παιδί είχε μόνο ψυχή και δεν την ήθελε.
Σε τι κορμί να την βάλει ;
. ~ * ~ .
Αν τον ακούει κάποιος Φιλόστοργος και Ελεήμων Θεός ας του την πάρει κι αυτή.
Και τον άκουσε.
Και την πήρε.
Και κάναν μια χαρά οι Αγγέλοι στα ψηλώματα.
Κι αναπαύτηκε κι η βρεγμένη ματιά της Μάνας πάνω του, ήσυχη πια.
———————————————————————————–
Ήταν μια αδιάφορη μέρα.
Απ’ αυτές που καταγράφουν βαριεστημένα ξένες δυστυχίες.
Μην δίνεις βάση σ’ ό,τι κι αν δείχνει.
.
Αναπάψου…
Έτσι κι αλλιώς όλα τα ένοχα τα έσβησε η βροχή
σαν ένα μονότονο εξιλαστήριο κλάμα στο άδικο.
Κωνσταντίνα Σταθακοπούλου